ΕΛΛΑΣ

ΕΛΛΑΣ

Σάββατο 11 Ιουλίου 2015

ΤΟ ΔΕΣΠΟΤΑΤΟ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ

     1. Ιδρύθηκε από το Μιχαήλ Άγγελο-Δούκα (Κομνηνό) αμέσως μετά την άλωση της Κων/πολης από τους Φράγκους. Επ’ αρκετό στην αρχή ονομαζόταν «Δεσποτάτο της Ηπείρου», επειδή, εσφαλμένα, θεωρήθηκε ότι ο ιδρυτής του έφερε τον τίτλο του «δεσπότη». Τέτοιος τίτλος, όμως, απονεμήθηκε στον ελλαδικό χώρο μετά την ανακατάληψη της Θεσ/νίκης (1224) από τον αυτοαποκληθέντα αυτοκράτορά της δεσπότη Θεόδωρο Άγγελο-Δούκα (Κομνηνό). Το νέο κράτος περιλάμβανε την Ήπειρο, την Ακαρνανία, την Αιτωλία και τη δυτικότερη Θεσσαλία. Αυτός ο Μιχαήλ Άγγελος-Δούκας (Κομνηνός) ήταν ο νόθος γιος του σεβαστοκράτορα Ιωάννη Δούκα, τον οποίο συναντήσαμε να στασιάζει στη Μ. Ασία επί Αλεξίου Γ΄ κι έπειτα συγχωρήθηκε, εξάδελφος δε των αυτοκρατόρων Ισαακίου Β΄ Αγγέλου και Αλεξίου Γ΄ Αγγέλου και συγγενής των Κομνηνών (γιαυτό και Άγγελος Κομνηνός). Νυμφεύθηκε με κάποια από τον περιφανή και του βασιλικού περιβάλλοντος οίκο των Μελισσηνών. Κατά την άλωση βρισκόταν στην Κων/πολη. Αρχικά προσχώρησε στον κατακτητή Βονιφάτιο, ελπίζοντας ότι θα μπορούσε να ανορθώσει το βυζαντινό κράτος δια του προγόνου του Μιχαήλ Αγγέλου. Γρήγορα, όμως, κατάλαβε ότι απατάται από τον κατακτητή κι αποφάσισε να του αντιταχθεί. Έτσι, όταν ο στρατηγός του θέματος της Νικόπολης (που περιλάμβανε την Ήπειρο και την Αιτωλία και Ακαρνανία) Σεναχηρείμ τού ζήτησε βοήθεια για ν’ αντιμετωπίσει τους στασιαστές κατοίκους της Άρτας, ο Μιχαήλ με την έγκριση του Βονιφατίου έσπευσε να τον βοηθήσει. Όταν έφθασε στην Άρτα, ο Σεναχηρείμ ήταν ήδη νεκρός από τους στασιαστές. Ο ήδη χήρος Μιχαήλ νυμφεύθηκε τη χήρα του Σεναχηρείμ. Αφού τιμώρησε τους δολοφόνους του προκατόχου του και όσους αντιτάσσονταν, ίδρυσε (1205) το κράτος που ονομάστηκε Δεσποτάτο της Ελλάδος ή της Ηπείρου με πρωτεύουσα την Άρτα.

   2. Ο Μιχαήλ και ο αδελφός του Θεόδωρος θεώρησαν πρώτιστο καθήκον τους να συνεργαστούν με τους Πελοποννησίους στον αγώνα κατά των Φράγκων κατακτητών. Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής ήρθαν σε συνεννόηση με το Λέοντα Σγουρό.

    Όταν οι Έλληνες της Λακεδαιμονίας, της Τεγέας και της Μεγαλόπολης έμαθαν ότι Φράγκοι καταλαμβάνουν ακάθεκτοι τα φρούρια και τις πόλεις της Πελοποννήσου, συγκρότησαν δύναμη από ιππείς και πεζούς υπό τον Χαμάρετο και έχοντας συμμάχους τους Σλάβους Μιληγγούς και το Μιχαήλ που έσπευσε από την Άρτα και εξόρμησαν κατά της Μεθώνης. Οι Φράγκοι τούς περίμεναν στον ελαιώνα του Κουνδούρου και τους κατατρόπωσαν. Ο Μιχαήλ επανήλθε στην Άρτα.

    3. Ο Μιχαήλ Άγγελος-Δούκας (Κομνηνός) συγκρότησε ισχυρότατο στρατό, πράγμα που τον επέβαλε στις συνειδήσεις των Ηπειρωτών αλλά και των κατακτητών γειτόνων του ως ο διοικητικός και στρατιωτικός ηγέτης των Ελλήνων της Ηπείρου. Αισθανόταν δε τόσο ισχυρός, ώστε να μη διστάσει να αναλάβει πολεμικές επιχειρήσεις κατά των κατακτητών και να ελευθερώσει περιοχές, όπως είδαμε. Στην αρχή είχε τη βοήθεια και του αδελφού του Κων/νου.

     4. Ο Μιχαήλ πολύ γρήγορα κατάλαβε ότι η επιβίωση του κράτους του εξαρτιόταν εν πολλοίς από τις καλές σχέσεις του κυρίως με τους Βενετούς που διεκδικούσαν βάσει της Συνθήκης Διανομής των ελληνικών εδαφών τα εδάφη του. Όταν το 1209 ο Λατίνος αυτοκράτορας Ερρίκος βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη, για να τον αποτρέψει από εισβολή στο κράτος του πρότεινε με απεσταλμένους του τη σύναψη συνθήκης φιλίας. Η πρότασή του έγινε δεκτή. Η συνθήκη συνοδεύτηκε και με γάμο της κόρης του Μιχαήλ Α΄ με τον αδελφό τού Ερρίκου Ευστάθιο. Οι όροι, όμως, δεν τηρήθηκαν από το Μιχαήλ. Το 1210 υπέγραψε συνθήκη με το δόγη της Βενετίας Πέτρο Ziani. Με τη συνθήκη αυτή: α) αναγνωριζόταν η επικυριαρχία των Βενετών στην Παλαιά και Νέα Ήπειρο, β) ο Μιχαήλ θα κυβερνούσε τα εδάφη του ως υποτελής ή πράκτορας της Βενετίας, γ) ο Μιχαήλ υποσχόταν την ασφάλεια όλων των Βενετών του Δυρραχίου και τους αναγνώριζε διάφορα προνόμια εμπορίου και διακίνησης, και δ) ο Μιχαήλ υποσχέθηκε την καταβολή ετήσιου φόρου υποτέλειας.

    Μετά το θάνατο του Λέοντα Σγουρού (1208;) ο Μιχαήλ ανέλαβε την ηγεμονία και της Κορίνθου, του Ναυπλίου και του Άργους και έστειλε εκεί ως επίτροπό του τον αδελφό του Θεόδωρο.

       5. Γύρω στο 1215 το Μιχαήλ Α΄ Άγγελο-Δούκα (Κομνηνό), που δολοφονήθηκε στο Βεράτιο, διαδέχθηκε ο αδελφός του Θεόδωρος Άγγελος-Δούκας (Κομνηνός). Παρακολουθήσαμε πώς αυτός ανακατέλαβε από τους Λατίνους τη Θεσ/νίκη και ίδρυσε την ελληνική αυτοκρατορία της Θεσ/νίκης (1224). Αμέσως διόρισε στρατιωτικούς διοικητές και πολιτικούς προϊσταμένους στις περιοχές που κυρίευσε από τους Λατίνους και Βουλγάρους.

      Το 1220 δημιουργήθηκε το θέμα της Βεροίας όπου δούκας διορίστηκε ο Κων/νος Πηγονίτης. Διοικητή της Ακαρνανίας και Αιτωλίας ο Θεόδωρος διόρισε τον αδελφό του Κων/νο με έδρα τη Ναύπακτο. Ο νέος αυτοκράτορας απένειμε διαφόρους τίτλους, κυρίως σε συγγενικά του πρόσωπα: τους αδελφούς του Κων/νο και Μανουήλ ονόμασε «δεσπότες» (για πρώτη φορά στον ελλαδικό χώρο απονέμεται τέτοιος τίτλος), δούκας της Άρτας ο Ευθύμιος Τορνίκης, «μεσάζων» (δηλ. πρωθυπουργός) ο Ιωάννης Πλυτός κτλ. Μετά το 1224 διοικητικό κέντρο αναδεικνύεται η Θεσ/νίκη. Η Άρτα υποχώρησε στη δεύτερη θέση. Η άμυνα της Θεσ/νίκης ανατέθηκε σ’ έναν «καστροφύλακα», την δε φρουρά της αποτελούσαν Τσάκωνες και μερικοί Λατίνοι μισθοφόροι. Ο Θεόδωρος έφερνε τον τίτλο του «πιστού βασιλέως και αυτοκράτορος Ρωμαίων».

   Ο Θεόδωρος μοίρασε κτήματα και προνόμια στους υποστηρικτές του, όπως ήταν Μαλιασηνοί από τη Δημητριάδα, το Βόλο και τον Αλμυρό, από τους οποίους ο τοπάρχης της Μακρυνίτσας Κων/νος μετά την κατάληψη της περιοχής από τους Λατίνους κατέφυγε στην Ήπειρο. Οι δέκτες αυτών των δωρεών, «προνοιάριοι», δεν αποκτούσαν μόνο την κυριότητα της γης αλλά και των κατοίκων της.

    Οι Θεόδωρος και Κων/νος απαίτησαν από το μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιωάννη Απόκαυκο την καταβολή φόρου 1000 υπερπύρων, αλλ’ αυτός αντέδρασε υποστηρίζοντας ότι οι απαλλαγές τού δόθηκαν με αυτοκρατορικές αποφάσεις. Χρόνια κράτησε αυτή η διαμάχη. Διευθετήθηκε το 1228 υπέρ του Αποκαύκου με αυτοκρατορικό χρυσόβουλο. Ανάλογα προνόμια δόθηκαν και στην εκκλησία και στην πόλη της Κέρκυρας το 1214 από το Μιχαήλ Α΄, αλλά και το 1246 από το Μιχαήλ Β΄.

     Το 1224 οι Φράγκοι της Κων/πολης εκστράτευσαν για να ανακαταλάβουν τη Θεσ/νίκη, αλλά κατατροπώθηκαν στις Σέρρες από το Θεόδωρο. Στη συνέχεια ο αυτοκράτορας της Θεσ/νίκης κατέλαβε τη Μοσυνούπολη, την Ξάνθεια, τη Γρατζιανή, φθάνοντας έξω από την Κων/πολη. Αναγκάστηκε, όμως, να στραφεί προς δυσμάς, για ν’ αντιμετωπίσει το Γουλιέλμο Μομφερατικό που το Μάρτιο του 1225 διαπεραιώθηκε από την Ιταλία στην Ελλάδα, για να συμβάλει στην επανάκτηση της Θεσ/νίκης. Το Σεπτ., όμως, ο Γουλιέλμος πέθανε και ο στρατός του επέστρεψε στην Ιταλία. Απερίσπαστος πλέον ο Θεόδωρος ασχολήθηκε αφενός με την οχύρωση της δεύτερης πρωτεύουσάς του, του Δυρραχίου, αφετέρου δε με την εκδίωξη από τη Θεσσαλία των κατακτητών.

      Το 1230 ο Θεόδωρος διέπραξε το σφάλμα να επιτεθεί κατά των φίλων/συμμάχων του Βουλγάρων του Ιωάννη Ασάν. Σε μάχη που συνάφθηκε στην Κολοκοτινίτζα, κοντά στον Έβρο, κατατροπώθηκε και αιχμαλωτίστηκε ο ίδιος και πολλοί από τους συνεργάτες του. Έτυχε καλής μεταχείρισης μέχρι που συνελήφθη να προετοιμάζει στάση κατά του Ασάν και τυφλώθηκε. Ο Ασάν μετά τη νίκη του κατέλαβε εύκολα την Αδριανούπολη, το Διδυμότειχο, το Αλβανό κι επανήλθε στη χώρα του.

    Το Θεόδωρο διαδέχθηκε ο αδελφός του δούκας Μανουήλ. Στέφθηκε στη Θεσ/νίκη κι έμεινε στο θρόνο ως το 1240. Ήταν γαμπρός του Ασάν από την κόρη του. Επί των ημερών του το κράτος του μειώθηκε περαιτέρω. Ο Μιχαήλ Άγγελος-Δούκας (Κομνηνός) άφησε κι ένα νόθο γιο, τον Κων/νο Άγγελο, που αργότερα μετονομάστηκε σε Μιχαήλ Β΄. Μετά την αιχμαλωσία του Θεοδώρου διεκδίκησε τις κτήσεις του πατέρα του: Ήπειρο, Ακαρνανία, Αιτωλία και μέρος της Θεσσαλίας. Δημιουργήθηκε έτσι ένα νέο δεσποτάτο της Ηπείρου, με έδρα την Άρτα, ανεξάρτητο, το οποίο, αφού διαιρέθηκε σε δύο και τρία τμήματα, διατηρήθηκε ως το 1318.

      Το 1240 ο Βούλγαρος βασιλιάς Ιωάννης Ασάν παντρεύτηκε την κόρη του Θεοδώρου Ειρήνη. Στρέφοντας τα νώτα στο γαμπρό του Μανουήλ όχι μόνο ελευθέρωσε το Θεόδωρο αλλά και τον βοήθησε ν' ανακτήσει το θρόνο του. Επειδή, όμως, ήταν τυφλός, αυτοκράτορας στέφθηκε ο μεγαλύτερος γιος του Ιωάννης, που τον διαδέχθηκε ο αδελφός του Δημήτριος. Επ’ αυτού καταλύθηκε η αυτοκρατορία της Θεσ/νίκης, όπως είδαμε.

        Ο Μιχαήλ Β΄ της Ηπείρου επιδίωξε να συνάψει σχέσεις με το βασιλιά της Σικελίας Φρειδερίκο Β΄. Το 1239 έστειλε πρεσβεία στην Αυλή του, ενώ το 1250 αλληλογραφούσε μαζί του. Το ίδιο έτος πέθανε ο Φρειδερίκος. Ο διάδοχος και γιος του Μομφρέδος το 1258 εισέβαλε στην Ήπειρο. Το 1259 ο Μομφρέδος νυμφεύθηκε την κόρη του Μιχαήλ Β΄ και έλαβε ως προίκα εδάφη του Μιχαήλ, αλλ’ ήδη ο Μομφρέδος είχε καταλάβει το Δυρράχιο, την Κέρκυρα, τον Αυλώνα και το Βεράτιο. Επιδίωξη πλέον του Μιχαήλ Β΄ ήταν να περιορίσει όσο γινόταν τις απώλειες του. Γιαυτό ακολούθησε φιλική πολιτική προς το γαμπρό του. Αυτό πρόσκαιρα τον ωφέλησε, αφού ο Μομφρέδος τον ενίσχυσε στη μάχη της Πελαγονίας και τον στήριξε το 1260 κατά την υποχώρησή του προς την Ήπειρο. Μετά το 1266, όμως, η Κέρκυρα και οι περισσότερες παραλιακές πόλεις της Νέας Ηπείρου κληροδοτήθηκαν στο διάδοχο του Μομφρέδου Κάρολο τον Ανδεγαυό.

     Εξίσου κοντόφθαλμη ήταν η πολιτική του Μιχαήλ Β΄ και προς τους Λατίνους του Μοριά. Στο Γουλιέλμο Βιλεαρδουίνο υποσχέθηκε εδαφικά κ.ά. ανταλλάγματα για να τον βοηθήσει κατά της αυτοκρατορίας της Νικαίας. Ο Γουλιέλμος, όμως, ποτέ δεν θα στρεφόταν κατά του επικυριάρχου του Λατίνου αυτοκράτορα.

      Ο Μιχαήλ Β΄ έκοψε και νομίσματα στο νομισματοκοπείο της Άρτας στα οποία εικονιζόταν ο Αρχάγγελος Μιχαήλ ως ο οικογενειακός προστάτης των ηγεμόνων της Ηπείρου.

       Ο Μιχαήλ Β΄, μετά την ήττα του στη μάχη της Πελαγονίας (1259), επέστρεψε στη Β. Ελλάδα όπου με τη βοήθεια των γιων του Νικηφόρου και Ιωάννη εκδίωξε από τα εδάφη του τις δυνάμεις της Νικαίας. Μετά όμως την ανακατάληψη της Κων/πολης οι συγκρούσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές επαναλήφθηκαν. Το 1262, μετά από ορισμένες συγκρούσεις, ο Μιχαήλ Β΄, στερημένος πλέον της βοήθειας του γαμπρού του Μομφρέδου, αναγκάστηκε να ζητήσει ειρήνη. Σε συνάντησή του με τον αδελφό τού Μιχαήλ Η΄, Ιωάννη, ορκίστηκε υποταγή στον αυτοκράτορα.

      Ο Μιχαήλ Β΄ πέθανε το 1271. Μετά από αυτόν το Δεσποτάτο της Ηπείρου παρήκμασε. Τον διαδέχθηκε ο γιος του Νικηφόρος, νόμιμος διάδοχός του, που είχε νυμφευθεί σε δεύτερο γάμο μια ανιψιά τού Βυζαντινού αυτοκράτορα. Ο νόθος γιος του Μιχαήλ Β΄ Ιωάννης Δούκας ανέλαβε την εξουσία της Θεσσαλίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου