ΕΛΛΑΣ

ΕΛΛΑΣ

Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

5. Καθεστώς και Εκκλησία - Η Εκπαίδευση

     1. Όταν επιβλήθηκε το ιταλικό καθεστώς, υποσχέθηκε σεβασμό και ανεκτικότητα στις θρησκευτικές πεποιθήσεις των κατοίκων των νησιών.

     Αυτή η υπόσχεση (όπως και άλλες) δε θα ίσχυε για πολύ. Στις 31/12/1912 οι Ρόδιοι εξέδωσαν ψήφισμα, ζητώντας ένωση με την Ελλάδα. Την ημέρα των Θεοφανίων του 1913 ο Διοικητής κάλεσε το μητροπολίτη Βενιαμίν και τους δημογέροντες και απαίτησε την ανάκληση αυτής της διακήρυξης. Όταν αυτοί αρνήθηκαν, ο Διοικητής απαγόρευσε την τελετή της κατάδυσης του Τιμίου Σταυρού στη θάλασσα. Θα μπορούσε να γίνει μόνο μέσα στο ναό, τον οποίο όμως περικύκλωρατιώτες.

    Δεύτερη και σοβαρότερη παρέμβαση του Διοικητή στα εκκλησιαστικά έγινε μερικούς μήνες αργότερα. Στις 13/6 το Οικ. Πατριαρχείο διόρισε νέο μητροπολίτη Ρόδου τον αρχιμανδρίτη Απόστολο Τρύφωνος. Χρειάστηκε να περάσουν 10 μήνες (1/4/1914) για να εγκριθεί από το καθεστώς η εγκατάστασή του.

    Έκτοτε οι σχέσεις Εκκλησίας – κατακτητή έβαιναν επιδεινούμενες. Η ένταση κορυφώθηκε με τα αιματηρά επεισόδια του Πάσχα 1919. Ενόψει της συζήτησης του προβλήματός τους στο Συνέδριο Ειρήνης, οι κάτοικοι των νησιών, με πρωτοπόρους τους Ρόδιους, οργάνωσαν παλλαϊκά συλλαλητήρια για την Κυριακή του Πάσχα (7/4). Κατά τη διάρκειά τους οι ιταλικές αρχές επιτέθηκαν κατά των διαδηλωτών, βεβήλωσαν εκκλησίες και προέβησαν και σε άλλες  βιαιότητες, με κορωνίδα τη δολοφονία του ηρωικού ιερέα του Παραδεισιού, Παπαλουκά.

    Τα πράγματα χειροτέρεψαν όταν το καθεστώς πολιτικοποιήθηκε, και προπάντων την περίοδο του φασισμού. Οι αρχές σκλήρυναν τις μεθοδεύσεις τους για να εξουδετερώσουν την επιρροή της Εκκλησίας στο λαό. Έτσι, στις 26/9/1921 εξορίστηκε ο μητροπολίτης Ρόδου Απόστολος και στις 6/7/1922 ο μητροπολίτης Καρπάθου Γερμανός.

      Τον Οκτ. 1934 ο Διοικητής, έχοντας τη συμπαράσταση και των μητροπολιτών Ρόδου, Καρπάθου και Λέρου-Καλύμνου, έθεσε θέμα ίδρυσης αυτοκέφαλης εκκλησίας Δωδεκανήσου με προοπτική ίδρυσης Πατριαρχείου ορθοδόξων υπηκόων με έδρα τη Βενετία και απώτερο στόχο την πλήρη υποταγή της Δωδεκανησιακής Εκκλησίας στον πάπα. Η έντονη, όμως, αντίδραση του Πατριαρχείου και σύσσωμου του Ελληνισμού (στην Κάλυμνο σημειώθηκε λαϊκή εξέγερση) απέτρεψε την πραγματοποίηση αυτού του σατανικού σχεδίου. Η ιταλική αρχή πέρασε σε αντίποινα: Το 1936 κατήργησε όλα τα εκκλησιαστικά προνόμια, απαγόρευσε τις χειροτονίες ιερέων, κατήργησε τα πνευματικά και μικτά δικαστήρια, απαγόρευσε τις προσφυγές στο Πατριαρχείο και το διορισμό μητροπολιτών χωρίς την έγκρισή της· επιδότησε τους γάμους Ιταλών με Ελληνίδες και καθόρισε όπως τα έκθετα παιδιά εντάσσονται στην καθολική εκκλησία· έστειλε καθολικούς μοναχούς και μοναχές στη Ρόδο και στην Κω όπου ίδρυσαν σχολεία με δωρεάν φοίτηση. Το 1936, μάλιστα, απαγορεύτηκαν οι ιερές τελετές, οι λιτανείες και η περιφορά των εικόνων και του Επιταφίου.

      Η Εκκλησία, όμως, και ο λαός της δε δέχθηκαν απαθώς και μοιρολατρικά αυτά τα καταπιεστικά μέτρα. Συχνά αγνοήθηκαν οι απαγορεύσεις. Οι πρόκριτοι της Ρόδου απέρριψαν την πρόταση του μητροπολίτη για το Αυτοκέφαλο. Το ίδιο έντονη ήταν και η αντίδραση των ιερέων και των εκκλησιαστικών επιτρόπων των χωριών. Στη Σύμη και στην Κάλυμνο τον Απρ. 1935 εξεγέρθηκαν κατά του Αυτοκέφαλου με αιματηρά επεισόδια: 1 Έλληνας νεκρός, 7 ιερείς και 15 επιστήμονες φυλακίστηκαν ως ηθικοί αυτουργοί. Κατά δε τη διάρκεια του Β΄ Παγκ. Πολέμου ο αγώνας/αντίσταση της Εκκλησίας ἐντάθηκε.

      2. Όταν οι Ιταλοί κατέλαβαν τα Δωδεκάνησα βρήκαν μια ανθούσα εκπαίδευση, ιδίως στη Ρόδο. Λειτουργούσαν 128 ελληνικά σχολεία (αρρένων και θηλέων) με 6.728 μαθητές και 3.557 μαθήτριες, 179 δασκάλους και 65 δασκάλες.

     Η εκπαίδευση τελούσε υπό την εποπτεία και καθοδήγηση Εκπαιδευτικής Επιτροπής υπό το μητροπολίτη Ρόδου. Αυτή η Επιτροπή αποτελούσε ως το 1921 την ανώτατη εκπαιδευτική αρχή, παρέμεινε δε εν ζωή ως ο 1926. Παράλληλα λειτουργούσαν σε κάθε σχολείο εφορείες, οι οποίες διόριζαν και μισθοδοτούσαν τους δασκάλους. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα ήταν ενιαίο σε όλα τα σχολεία και βασιζόταν στο πρόγραμμα του ελληνικού Υπουργείου Παιδείας. Σημαντικά συνέβαλε στην εύρυθμη και αποδοτική λειτουργία των σχολείων και ο θεσμός του επόπτη παιδείας που καθιερώθηκε το 1915.

     Από το 1926 όλα χειροτέρευσαν εξαιτίας της ωμής επέμβασης του κατακτητή στα εκπαιδευτικά πράγματα. Η Εκπαιδευτική Επιτροπή εξαφανίστηκε. Ο επόπτης αναχώρησε. Η Εκκλησία και η Παιδεία ήταν οι επικινδυνότεροι παράγοντες για τον κατακτητή κι έκανε το παν για να τους αποδυναμώσει, θέτοντάς τους στον απόλυτο έλεγχό του.

      Με διάταγμα της 1/1/1926: α) οι ορθόδοξες κοινότητες θα διατηρούσαν τη συντήρηση και γενική διαχείριση των σχολείων, το διορισμό του διδακτικού προσωπικού και την εκλογή διδακτικών βιβλίων που να μη θίγουν το καθεστώς και τη θρησκεία του, β) καταργούνταν η Εκπαιδευτική Επιτροπή, γ) αφαιρέθηκε από τις μητροπόλεις η εποπτεία των σχολείων, δ) οι διοικητές δικαιούνταν να ελέγχουν τα οικονομικά των σχολείων, τα οποία θα δικαιούνταν χρηματοδότησης, αλλά με την υποχρέωση ν’ ακολουθούν το ιταλικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα και σύστημα διδασκαλίας, ε) όσοι δάσκαλοι δεν ξεπερνούσαν 10ετή υπηρεσία υποχρεώνονταν να εκμάθουν την Ιταλική, και στ) εισαγόταν στα σχολεία η υποχρεωτική δδασκαλία της Ιταλικής.

    Η κατάσταση έγινε τρισχειρότερη από το 1937 όταν: απαγορεύτηκε η χρήση στα δημοτικά σχολεία της Ελληνικής, έγινε υποχρεωτική η Ιταλική, απαγορεύτηκαν: οι χάρτες της Ελλάδας, η αναφορά στην Ελληνική Επανάσταση, τα ελληνικά έντυπα και περιοδικά, η κατοχή ελληνικής σημαίας κ.ά.

      Η αντίσταση του Ελληνισμού στη βάναυση αυτή προσπάθεια ιταλοποίησης του ελληνικού πληθυσμού υπήρξε καθολική και ανυποχώρητη, με πρωτοπόρους την Εκκλησία, τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές. Η ανυπακοή δασκάλων και μαθητών στις μεθοδεύσεις και καταπιέσεις του κατακτητή ήταν απίστευτα σθεναρή.σαν στ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου